22 Οκτωβρίου…
1964 αυτός
1974 εγώ…
Ιδια ημέρα…
Θυμάσαι την ημέρα, που, περιδιαβαίνοντας βαριεστημένα στο διαδίκτυο, αποφάσισες ίσως κι ενοχικά και σίγουρα αφού σκάναρες συνωμοτικά το χώρο ώστε να εξασφαλίσεις ότι δε σε βλέπει κανείς, να διαπιστώσεις ποιος διάσημος έχει γεννηθεί την ίδια ημέρα με εσένα;
Εγώ δε θα την ξεχάσω ποτέ. Οχι τόσο την ημέρα αυτή καθαυτή, αλλά το συναίσθημα που μου πρόσφερε. Στην εποχή του spirituality και της αυτογνωσίας, η φράση τείνει να γίνει κλισέ: Οι άνθρωποι μπορεί να ξεχάσουν τι έκανες, ή τι είπες, αλλά δε θα ξεχάσουν ποτέ πως τους έκανες να αισθανθούν (Maya Aggelou).
Ετσι, κι αλλιώς η σχέση μου με την Ντράζεν, ήταν, θλιβερά καρμικό, να μη χτιστεί ποτέ ούτε καν σε επίπεδο ειδώλου και θαυμαστή. Εκείνο το καλοκαίρι, του 1993, εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό, σκοτείνιασε ξαφνικά.
Εγινε σαν το κατάμαυρο απ΄άκρη σε άκρη ταμπλό του αρχαίου, δίχως υδραυλικό τιμόνι, toyota corolla, που οδηγούσε ο πατέρας μου και που… “Δε βγαίνουν πια αυτοκίνητα με τέτοιες λαμαρίνες Θανάση”.
Σε μία πρόσθετη βάση που είχε τοποθετηθεί “μπάσταρδα” πίσω από το λεβιέ των ταχυτήτων, ένα ψηφιακό ραδιοκασετόφωνο, από τα πιο φθηνά της εποχής, είχε πάρει τη σκυτάλη από το μαμίσιο ραδιόφωνο του Corolla, που συντονιζόταν μόνο στα βραχέα. Μάλλον δεν στο έχω πει ποτέ, αλλά αυτό το ψηφιακό φτηνιάρικο ραδιοκασετόφωνο, με έκανε να αισθάνομαι σαν να είμαι ο βασιλιά του κόσμου. Το προηγούμενο (σκέτο)κασετόφωνο, είχε λιώσει τις ταινίες του Χάρυ Κλιν και των παιδιών από την Πάτρα που ακούγαμε σε κάθε ταξίδι. Ακόμα και ο father είχε αγανακτήσει.
Τέλος πάντων… Ξέφυγα.
Μπαίνοντας στη θέση του οδηγού, η ρουτίνα ήταν καθημερινή… Ενα κυκλικό άγγιγμα του τιμονιού στην πλήρη διάμετρό του και αμέσως μετά “ΟΝ”, στο ραδιόφωνο…
Δεν είναι σινεμά, είναι η ίδια η ζωή… Αμέσως μόλις το άνοιξα, ΕΡΑ ΣΠΟΡ, τα μακάβρια νέα ράπισαν την ψυχή μου. Λες και ο παραγωγός περίμενε εμένα να ανοίξω το ραδιόφωνο.
“Ο Ντράζεν Πέτροβιτς είναι νεκρός”… Μέσες άκρες αυτό καταλάβαινα από τις λέξεις του παραγωγού.
Δύσπνοια, αμφιβολία, ξανά δύσπνοια και τέλος, φρένο στην άκρη της Κηφισίας. Το κεφάλι κατέρρευσε τα δύο χέρια που κρατούσαν μανιασμένα την πιο ψηλή ακτίνα του τιμονιού.
“Δεν είναι δυνατόν”… “Δεν είναι δυνατόν”… Ηταν!
Εκείνο το καλοκαίρι, θα έκανα την τρίτη προετοιμασία μου με το αντρικό του Παναθηναϊκού. Το ήξερα ήδη. Τελικά έκανα μόνο μερικές προπονήσεις πριν φύγω για τους Αμπελόκηπους. Αλλά τι σημασία έχει; Μετά τον μεγάλο Νικ, θα είχα την ευκαιρία να μαρκάρω, να πιέσω, να παίξω, να γνωρίσω τον Ντράζεν. Είχε μάθει ότι κάτι έπαιζε και λίγο αργότερα, επιβεβαιώθηκε αυτό το κάτι, όταν είδα τον Ντράζεν, ξαπλωμένο στον καναπέ, στο σαλονι της Αγίας Γραφής του μπάσκετ εκείνα τα χρόνια, του “Τριπόντου”. Η πιο μακάβρια και δακρύβρεχτη αποκλειστικότητα του Βασίλη Σκουντή. Ηταν ο τελευταίος δημοσιογράφος στον κόσμο, που του μίλησε. “Θα καταβροχθίσουμε τους τίτλους” ήταν η επικεφαλίδα.
“Μα πως πέθανε; Πότε μίλησε; Πότε έδωσε συνέντευξη; Μήπως είναι 1η Απριλίου γαμώτο;”. Σκέψεις αέρινες, του εκατοστού του δευτερολέπτου… Η ατμόσφαιρα που δημιουργούνταν από το ραδιόφωνο δεν άφηνε πολλές ελπίδες.
Ο Ντράζεν ήταν νεκρός.
Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να διαπιστώσω ότι είχαμε γεννηθεί την ίδια ημέρα… Ψάχνοντας στην wikipedia.
¨Ωωωωωωωωωχ, αλήθεια τώρα” φώναξα όταν είδα “22 Οκτωβρίου… Γεννήσεις… Ντράζεν Πέτροβιτς”
Θα σου πω την αλήθεια… Ενιωσα, ο αφελής, σαν να κουβαλάω κι εγώ λίγο από το μεγαλείο του… Ενιωσα σαν να είμαστε φίλοι. Μία γενιά. Μία σειρά, πως να στο πω ρε γαμώτο. Ενιωσα όπως κι εσύ. Ή όπως δεν ένιωσες ποτέ εσύ, γιατί ποτέ σε δε ένοιαξε ποιος γεννήθηκε την ίδια μέρα με εσένα. Το ίδιο κάνει.
Ο Ντράζεν κι εγώ. Στις 22!
Πολλά χρόνια αργότερα, η MVPublications εξέδωσε το Requiem… Σε μετάφραση Δημήτρη Καρύδα, Επιμέλεια Χρήστου Γιαμαρέλλου και με την καλλιτεχνική συνδρομή του Κωνσταντίνου Καμπέρη.
“Είναι το καλύτερο βιβλίο που έχει βγει ποτέ και θα βγει ποτέ για τον Ντράζεν” μου ειπαν. Ευτυχώς, η αθλητική βιβλιογραφία τότε, και ιδιαίτερα οι αυτοβιογραφίες, ήταν μάλλον παρακατιανό περιεχόμενο για τους μεγάλους εκδοτικούς (πόσο χαίρομαι που πλέον δεν είναι).
Από το 2016, το Requiem έχει αποδείξει πολλα για τον Ντράζεν, την κληρονομιά που άφησε και κυρίως για το γεγονός ότι ο Ντράζεν ήταν ο κατεξοχήν αθλητής που οι φίλαθλοι…
…μισούσαν που τον λάτρευαν!
Αθάνατος…
Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο του Ντράζεν… Ενα τυχαίο… Χωρίς προγραμματισμό…
“Θέλω να γίνω ανταλλαγή”
Μερικές εβδομάδες μετά την ήττα από τους Ντιτρόιτ Πίστονς στους τελικούς του ΝΒΑ, ο Ντράζεν Πέτροβιτς επέστρεψε στο Πόρτλαντ για να παίξει με την ομάδα στο καλοκαιρινό πρωτάθλημα. {…} Το επιτελείο του Πόρτλαντ του ζήτησε να παραμείνει στην πόλη και να παίξει σε ένα από τα τουρνουά που συμμετείχαν στο Σολτ Λέικ Σίτι. Αγχωμένος να βελτιωθεί ο Πέτροβιτς συμμορφώθηκε με μεγάλη προθυμία. Μ’ αυτή την ευκαιρία οι προπονητές του είπαν ότι ένας από τους στόχους τους ήταν να διαφοροποιήσει το στιλ του επιθετικού παιχνιδιού του, ότι ήθελαν να τον δουν μερικές φορές σαν πόιντ γκαρντ, μια πιο κοντινή εκδοχή του Ευρωπαίου Πέτροβιτς αλλά με βελτιωμένο αυτοέλεγχο.
{…}
Ο Πέτροβιτς υποχρεώθηκε να παίξει αποκλειστικά στη θέση του πόιντ γκαρντ, εκείνη τη μέρα, λόγω της έλλειψης βάθους στην ομάδα. Σε γενικές γραμμές δεν έκανε καλή εμφάνιση. Την επόμενη μέρα, ο Πέτροβιτς, κρατώντας σφικτά την έκδοση της εφημερίδας Ορεγκόνιαν, επισκέφθηκε τον Γκρίνμπεργκ. H έκδοση της εφημερίδας, εκείνη τη μέρα, περιείχε μια ανάλυση του αγώνα και έκανε αναφορά στα χαμηλά ποσοστά ευστοχίας του Πέτροβιτς σαν πλέι μέικερ.
«Το είδες αυτό;», είπε ο Πέτροβιτς, δείχνοντας την εφημερίδα. Ο Γκρίνμπεργκ ένευσε καταφατικά.
«Θα σου πω κάτι, Μπραντ», συνέχισε ο Πέτροβιτς. «Στην Αργεντινή, στο παγκόσμιο πρωτάθλημα, θα αντιμετωπίσουμε αυτή την ομάδα και θα τη νικήσουμε. Θα τους βάλω 30 πόντους και θα τους νικήσουμε».
Ο Γκρίνμπεργκ χαμογέλασε. Αυτός είναι ένας τύπος που ξέρει τι μπορεί να κάνει.
{…}
Υπήρχε κάποια αξία για τον Πέτροβιτς στο ότι έμεινε και δούλεψε το καλοκαίρι αλλά το μέλλον του στο Πόρτλαντ έγινε πιο θολό όταν η ομάδα απέκτησε τον βετεράνο γκαρντ Ντάνι Εϊντζ.
{…}
Σε ηλικία 31 ετών του ταίριαζε πια περισσότερο ο ρόλος του συμπληρωματικού παίκτη. {…} Στο Πόρτλαντ αντιλήφθηκαν ότι με την προσθήκη του Εϊντζ θα υπήρχε πολυκοσμία στις θέσεις των γκαρντ (Ντρέξλερ και Πόρτερ ήταν οι βασικοί, ο Εϊντζ και ο Ντάνι Γιανγκ οι σημαντικότεροι παίκτες στον πάγκο) και τότε άρχισε να αυξάνει η σκέψη ότι έπρεπε να δοθεί ο Πέτροβιτς. «Πολλοί τον έβλεπαν σαν τον καλύτερο σουτέρ του πρωταθλήματος», λέει ο Μπάκ Μπακγουότερ. «Όλοι ήξεραν πόσο αγαπούσε το παιχνίδι, πόσο χρόνο ξόδευε σε σκληρές προπονήσεις, πόσο σπουδαίος ομαδικός παίκτης ήταν, την επιθυμία του να κερδίζει, τη θέληση του να προσφέρει. Έτσι υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον. Αλλά ο μοναδικός τρόπος να τοπ σκεφτούμε ήταν να πάρουμε για αντάλλαγμα ένα σπουδαίο σμολ φόργουορντ».
Έτσι, ο Πέτροβιτς έμεινε στο Πόρτλαντ και στη διάρκεια της προετοιμασίας ανταγωνιζόταν για λεπτά συμμετοχής τον Εϊντζ. Στη διαδρομή οι δύο τους απέκτησαν μια αμοιβαία συμπάθεια και έγιναν φίλοι, παρά το γεγονός ότι πολεμούσαν για την ίδια θέση στο ροτέισιον. To δέσιμο τους προέκυψε όταν έκαναν σουτ μετά την προπόνηση της ομάδας αλλά και κάθε φορά που ο Πέτροβιτς πήγε από το γήπεδο στην αίθουσα με τα βάρη. Εκεί ήταν που ο Εϊντζ διαπίστωσε την ασυνήθιστη αφοσίωση του στο μπάσκετ. Κάποια στιγμή στη διάρκεια του καμπ προετοιμασίας, ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη προπόνηση της μέρας, οι δύο τους πήγαν παρέα στο διαμέρισμα του Πέτροβιτς. Ο Εϊντζ κοιμήθηκε για λίγο στον καναπέ και μόλις ξύπνησε είδε τον Πέτροβιτς να κάνει ασκήσεις με φρενήρη ρυθμό σε ένα προπονητικό ποδήλατο, παρότι πλησίασε η ώρα για τη δεύτερη προπόνηση. «Δεν είδα ποτέ στη ζωή μου κάποιον που να θέλει να πετύχει στο ΝΒΑ περισσότερο από τον Ντράζεν», θα δήλωνε αργότερα στον δημοσιογράφο Σαμ Σμιθ της εφημερίδας Σικάγο Τρίμπιουν.
Όταν ξεκίνησε η σεζόν, η επιλογή του Εϊντελμαν να χρησιμοποιεί τον Εϊντζ αποδείχθηκε η πιο σωστή καθώς ο βετεράνος έπαιζε τον ρόλο του αναπληρωματικού γκαρντ σε ένα επίπεδο εντυπωσιακό ψηλότερο από τις προσδοκίες που είχαν αρχικά οι Μπλέιζερς για αυτόν.
{…}
Ο Πέτροβιτς απλά παρευρισκόταν σε όλη αυτή την ιστορία, ήταν απλά μια ακτίδα στην αντανάκλαση της ξέφρενης αρχής της σεζόν. {…} Για τον Έιντελμαν δεν ήταν πια ούτε ο βολικός αναπληρωματικός για τον πλέι μέικερ, ούτε όμως και για τον σούτινγκ γκαρντ και του άφησε μόνο το ρόλο του θεατή.
Ο Πέτροβιτς έπαιξε μόλις εννιά λεπτά σε μια νίκη με 31 πόντους διαφορά εναντίον των Κλίπερς στις 11 Νοεμβρίου, ήταν η πρώτη του εμφάνιση στη σεζόν, την ίδια μέρα που οι Μπλέιζερς σημείωναν την Πέμπτη σερί νίκη τους από την αρχή του πρωταθλήματος. Το Πόρτλαντ είχε ένα προβάδισμα 29 πόντων στο τέλος της τρίτης περιόδου αλλά ακόμη και έτσι χρειάστηκε να περάσουν άλλα τρία λεπτά στην τέταρτη πριν ο Έιντελμαν κάνει νόημα στον Πέτροβιτς. Μετά τον αγώνα ο Πέτροβιτς τηλεφώνησε στον ατζέντη του Γουόρεν ΛεΓκάριε. Εκείνο το βράδυ ο ατζέντης άκουσε ένα απελπισμένο νέο άνθρωπο και οι δύο τους κουβέντιασαν την κατάσταση για πολλές ώρες μέχρι αργά τη νύχτα. Ο ΛεΓκάριε έπαιζε το ρόλο του έμπιστου με θετική διάθεση, του υποσχέθηκε ότι οι καλύτερες μέρες ήταν μπροστά του, σίγουρα σε μια νέα πόλη και με μια άλλη ομάδα. Ο Πέτροβιτς βρισκόταν σε εκείνο το σημείο στο χαμηλότερο επαγγελματικό του επίπεδο, κάθε φορά που τηλεφωνούσε σε φίλους ή σε μέλη της οικογένειας του είχε ένα απελπισμένο τόνο. Το επόμενο πρωί επισκέφθηκε στο γραφείο του για να συζητήσει την κατάσταση τον Τζέφ Πέτρι, ένα πρώην μεγάλο παίκτη στα πρώτα χρόνια ζωής της ομάδας που ήταν στην πρώτη του σεζόν στη θέση του αντιπροέδρου του τμήματος μπάσκετ. Ο Πέτροβιτς ήταν ξεκάθαρος στη συνάντηση, πληροφορώντας τον Πέτρι ότι για να μπορέσει να βρει την ευκαιρία που πίστευε ότι άξιζε έπρεπε να εγκαταλείψει το Πόρτλαντ και ότι ήθελε να δοθεί με ανταλλαγή.
Είχε πια φτάσει στο σημείο της απόγνωσης.
{…}
Την επόμενη μέρα όταν η ομάδα συγκεντρώθηκε για προπόνηση ο Πέτροβιτς αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τη συζήτηση του με τον Πέτρι. «Θέλω να γίνω ανταλλαγή», είπε στον Ντουάιτ Τζέινς, ρεπόρτερ της ομάδας στην εφημερίδα Ορεγκόνιαν. «Δεν μου αξίζει να είμαι ο δωδέκατος παίκτης στο ρόστερ. Δεν μου φέρονται δίκαια. Προσπάθησα να είμαι υπομονετικός αλλά δεν δούλεψε. Είμαι έτοιμος να φύγω. Δεν θέλω να πιέζω τον Ρικ. Έχει ήδη καταλήξει σε ένα ροτέισιον. Δεν λέω ότι είμαι καλύτερος από τον Κλάιντ (Ντρέξλερ), τον Τέρι (Πόρτερ) ή τον Ντάνι (Εϊντζ). Απλά θέλω να με δώσουν με ανταλλαγή. Δεν θέλω να μείνω άλλο εδώ επειδή δεν θα βρω καμία ευκαιρία».
{…}
Δεν ήταν η δημόσια αποκάλυψη του αιτήματος για ανταλλαγή που εξόργισε τους Μπλέιζερς αλλά η απειλή της φυγής για τη Γιουγκοσλαβία. Ο Τζέινς, όπως απαιτούσε το δημοσιογραφικό του καθήκον, ζήτησε μια απάντηση από τον Πέτρι, ο οποίος ήταν φανερό ότι δεν ικανοποιήθηκε καθόλου. «Για μένα, τα όσα είπε είναι τουλάχιστον άδικα». Ο Εϊντελμαν, επίσης, δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος με τα δημόσια σχόλια του Πέτροβιτς και αυτό φάνηκε από την αντίδρασή του. «Ας είμαστε ρεαλιστές. Έχουμε ένα παίκτη που είχε μέσο όρο 7 πόντους πέρσι. Δεν είναι παίκτης επιπέδου Ολ-σταρ», είπε στον Τζέινς. «Έχουμε ένα σωρό παίκτες μπροστά του που είναι πολύ καλοί μπασκετμπολίστες. Ποιος του λέει ότι δεν θα συμβεί κάτι παρόμοιο κάπου αλλού; Νομίζω ότι του δίνουν πολύ κακές συμβουλές».
{…}
Εκείνο που δεν είχε αντιληφθεί το προπονητικό επιτελείο είναι ότι ο Πέτροβιτς πολύ συχνά έφευγε από το προπονητικό κέντρο των Μπλέιζερς και αργότερα το ίδιο απόγευμα πήγαινε σε ένα τοπικό γυμναστήριο στην παραλία της πόλης όπου ήταν τακτικός επισκέπτης. Για ώρες σούταρε μόνος του. «Τριακόσια σήμερα», έλεγε τηλεφωνικά στον ΛεΓκάριε πριν βγει έξω.
«Τι; Τριακόσια σουτ;», απαντούσε ο ΛεΓκάριε.
«Όχι, τριακόσια εύστοχα».
«Οι περισσότεροι παίκτες θα έκαναν ένα πάρτι απογοήτευσης», λέει ο ΛεΓκάριε για την περιορισμένη συμμετοχή του Πέτροβιτς. «Απ΄ όλους αυτούς ο Ντράζεν διάλεξε να κάνει ένα πάρτι ιδρώτα. Χρησιμοποίησε τη μανία του για προπόνηση ως ένα μέσο για να αντέξει στους δύσκολους καιρούς».
Τη δεύτερη σεζόν, ο ΛεΓκάριε είδε το αναπόφευκτο και έγινε πιο αποφασιστικός στην προσπάθεια του να προστατεύσει τον Πέτροβιτς από την κατάρρευση, να μην τον αφήσει να διαλυθεί συναισθηματικά κάτι το οποίο αποτέλεσε τον βασικό λόγο που άλλοι νεαροί παίκτες είχαν απογοητευτεί και τα είχαν παρατήσει. Υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι μεταξύ των κορυφαίων διοικητικών στελεχών της ομάδας που ο Πέτροβιτς χρησιμοποίησε ως ενδιάμεσους για να μιλήσουν στον πελάτη του, να του εγγυηθούν μια μεγαλύτερη ευκαιρία και περισσότερο χρόνο συμμετοχής. Δεν έγινε όμως ποτέ μια συζήτηση τέτοιου τύπου με τον Έιντελμαν, με τον οποίο ο ΛεΓκάριε είχε απογοητευθεί για την έλλειψη επικοινωνίας με τον Πέτροβιτς σε θέματα που σχετίζονταν με το χρόνο συμμετοχής του. «Περιμένεις να του δώσει τουλάχιστον τριάντα δευτερόλεπτα κουβέντας, να τον ενθαρρύνει, να τον πείσει να συνεχίσει να δουλεύει, ότι θα προσπαθήσει να του βρει μερικά παραπάνω λεπτά, καμία από αυτές τις συζητήσεις δεν έγινε», θυμάται ο ΛεΓκάριε. «Τότε ακριβώς ένιωσα ότι χρειάζεται να πολεμήσω για λογαριασμό του Ντράζεν για να συνεχίσει να έχει κίνητρα και να πολεμήσει και ο ίδιος για τον εαυτό του».
{…}
“Το μοναδικό πράγμα που σιχάθηκα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ήταν ότι ο ατζέντης του Γουόρεν ΛεΓκάριε, είπε στον Ντράζεν να κάνει αυτή τη δήλωση, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μας πίεζε είτε να τον ανταλλάξουμε, είτε να τον βάλουμε να παίξει», έγραψε ο Έιντελμαν. «Είπε διάφορα για μένα και για την ομάδα, όπως ότι έλεγα ψέματα. Είπε δεν μου άρεσε ο Ντράζεν κάτι που είναι απόλυτα αναληθές».
«Αναρωτιέμαι αν έπρεπε να χρησιμοποιήσω πιο διπλωματικούς τρόπους για να κάνω κάποια πράγματα», θα πει αργότερα ο ΛεΓκάριε. «Και πάντοτε όταν κοιτάζεις πίσω, βλέπεις πιο συμβιβαστικά πράγματα που μπορούσες να έχεις κάνει. Αλλά τελικά σ’ εκείνο το σημείο ήμουν το ίδιο φορτισμένος συναισθηματικά όσο και ο Ντράζεν, το οποίο μπορεί να είναι καλό αλλά δεν έχει πάντα την καλύτερη γεύση. Πάντοτε πρέπει να είσαι στο καλύτερο επίπεδο. Γνώριζα εκείνη τη στιγμή ότι ο μοναδικός τρόπος που θα δημιουργούσε κίνητρο στο Πόρτλαντ για να κάνει κάτι ήταν να αισθανθούν ότι θα έχαναν περισσότερα αν δεν τον παραχωρούσαν με ανταλλαγή κάτι που δεν ήθελαν και να κερδίσουν κάτι στην πορεία. Ήταν δύσκολες εποχές. Πιθανώς θα επηρέαζε – κάτι που όντως έγινε- τη σχέση μου με τον Ρικ για πολλά χρόνια».
Την επόμενη μέρα από τις δηλώσεις του Πέτροβιτς στον Τζέινς για την επιθυμία του να γίνει ανταλλαγή τιμωρήθηκε με 500 δολάρια πρόστιμο από την ομάδα. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της επόμενης προπόνησης, συναντήθηκε με τον Έιντελμαν για αρκετή ώρα, παίκτης και προπονητής μίλησαν ανοιχτά για τα αισθήματα τους, με τον Πέτροβιτς να λέει στον Έιντελμαν ότι από τη στιγμή που δεν έπαιζε δεν αισθανόταν κομμάτι της ομάδας. Τα πάντα έγιναν ανοιχτά και δημόσια. Ο Πέτροβιτς θα έμενε και θα συνέχιζε να δουλεύει, η 48ωρη αναστάτωση δεν έβλαψε το επιβλητικό ξεκίνημα της σεζόν μέσα στο γήπεδο.
Η θέση του Πέτροβιτς στο ροτέισιον του Πόρτλαντ τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο δεν άλλαξε, με μηδαμινά λεπτά που έπαιζε στη διάρκεια ασήμαντων αγώνων που το αποτέλεσμα τους είχε κριθεί ένα δωδεκάλεπτο –ή σε μερικές περιπτώσεις σε δύο περιόδους- νωρίτερα από τους κυρίαρχους Μπλέιζερς.
{…}
Την ημέρα που η συμφωνία έμοιαζε πια ως μια πολύ ρεαλιστική πιθανότητα ο Έιντελμαν φώναξε παράμερα τον Πέτροβιτς πριν από ένα εντός έδρας αγώνα εναντίον του Φοίνιξ, τον πληροφόρησε ότι μια προσωρινή συμφωνία των τριών ομάδων είχε επιτευχθεί αλλά προειδοποιώντας τον ταυτόχρονα ότι τίποτε δεν είχε τελειώσει επίσημα. «Μην πιστέψεις ότι έχει τελειώσει», του είπε, σε μια προσπάθεια να τον κρατήσει πνευματικά συγκεντρωμένο για τον αγώνα, ένα παιχνίδι στο οποίο δεν αγωνίσθηκε καθόλου.
Όταν το παιχνίδι τελείωσε και οι παίκτες πήγαν στα αποδυτήρια ο Πέτροβιτς άρχισε αμέσως να πακετάρει τα πράγματα του. Ανακοίνωσε στους συμπαίκτες του ότι είχε γίνει ανταλλαγή. Σε εκείνο το δωμάτιο δημιουργήθηκαν ανάμεικτα συναισθήματα για τον Πέτροβιτς, όπως επίσης κύλησαν και μερικά δάκρυα. Αποχαιρέτησε τους συμπαίκτες του και τους ρεπόρτερ της ομάδας. Παρότι ευτυχισμένος πλέον για την απελευθέρωση του, είχε πάει στο Πόρτλαντ με πολλές υποσχέσεις, οι οποίες είχαν μείνει απλά ιδέες. Το Πόρτλαντ πρώτο τον είχε ανακαλύψει όταν έκανε τα αρχικά του βήματα την εποχή της Τσιμπόνα, όταν είχε περισσότερα μαλλιά, λιγότερη ωριμότητα και σκόραρε πολλούς πόντους. Τον είχαν επιλέξει στο ντραφτ, ξεκίνησαν και διατήρησαν μια μακρόχρονη σχέση μαζί του και ένιωθαν σίγουροι ότι μπορούσε να κάνει το άλμα. Επιβεβαίωσαν ξανά αυτό που πίστευαν φτάνοντας πολύ μακριά για να τον αποδεσμεύσουν από τη Ρεάλ και να εξασφαλίσουν τις υπηρεσίες του. Ο Πέτροβιτς είχε κάνει φίλους και ήταν ένας από τους αληθινά αγαπημένους παίκτες των φιλάθλων.
Πάντως, στο τέλος, όλα αυτά είχαν αντικατασταθεί από την αυτοπεποίθηση ενός νέου ανθρώπου, την επιμονή του να βρει φως στην άκρη του τούνελ και μια διέξοδο και την ευκαιρία για την οποία είχε δουλέψει ολόκληρη τη ζωή του.